Οι ινοκυστικές αλλοιώσεις του μαστού ή ινοκυστική μαστοπάθεια, δεν είναι ασθένεια αλλά μία καλοήθεια, που χαρακτηρίζεται από μία ειδική κατασκευή του μαστού, η οποία αποτελείται από αυξημένη ίνωση και κυστοειδείς σχηματισμούς.
Ινοκυστικούς μαστούς έχουν μία στις τρείς γυναίκες.
Τα κυριότερα συμπτώματα ινοκυστικών αλλοιώσεων περιλαμβάνουν:
-
Ανώμαλη υφή στη ψηλάφηση των μαστών με μαλακές και σκληρές περιοχές
-
Πόνο ή ευαισθησία του μαστού στη ψηλάφηση
-
Πράσινη ή σκούρο καφέ μη αιματηρή ρύση θηλής
-
Οι ινοκυστικές αλλαγές αφορούν και τους δύο μαστούς
-
Μηνιαία και προοδευτική αύξηση του πόνου και των διογκώσεων του μαστού, από 14η μέρα (ωορρηξία) μέχρι λίγο πριν την περίοδο.
Οι ινοκυστικές αλλαγές του μαστού παρουσιάζονται πιο συχνά στις γυναίκες από τα 20 έως τα 50. Μπορεί να είναι μία φυσιολογική ή κληρονομική κατασκευή ή να προκλήθηκε από χρήση ορμονών, κυρίως οιστρογόνα.
Σπάνια εμφανίζεται σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, εκτός και αν βρίσκονται σε θεραπεία με αυξητική ορμόνη.
Η πιθανότητα να αναπτύξουν οι γυναίκες αυτές καρκίνο του μαστού είναι διπλάσια από τις φυσιολογικές γυναίκες.
Αυτό οφείλεται κυρίως στην δυσκολία της διάγνωσης, λόγω της ειδικής κατασκευής του μαστού.
Έτσι, σχετικά εύκολα μπορούν να ξεφύγουν μικρές παθολογικές αλλοιώσεις, ιδαίτερα αν ο γιατρός δεν είναι ειδικός μαστολόγος. Πρόσθετες εξετάσεις πέραν της μαστογραφίας και της κλινικής εξέτασης, όπως το υπερηχογράφημα και ίσως η μαγνητική τομογραφία μαστών, μπορεί να είναι απαραίτητες για την σωστή διάγνωση και τον αποκλεισμό μιας αρχόμενης κακοήθειας.